«Η ριμάδα του Αγίου Ευαγγέλου»: η ευρηματικότητα της κρυπτογραφικής λογοτεχνίας.
Θέλοντας να περιγράψω μια από τις πιο ευρηματικές μυθιστορίες που έχω διαβάσει εδώ και αρκετά χρόνια, βρέθηκα μπροστά στην ανάγκη ενός νέου ορισμού. Έτσι αν κάποιος με ρωτούσε σε ποιο είδος λογοτεχνίας θα κατάτασσα το βιβλίο που εκδώσαν, οι σχεδόν αόρατες, εκδόσεις ΟΥΑΠΙΤΙ εν έτη 2015 με τον τίτλο «Η ριμάδα του Αγίου Ευαγγέλου» θα ήταν η κρυπτογραφική λογοτεχνία. Ως συγγραφέας παρουσιάζεται η Λουϊζα Λαζάρου, η οποία όμως δεν είναι υπαρκτό πρόσωπο, αλλά ούτε και ένα ψευδώνυμο. Είναι μέρος της ίδιας της μυθοπλασίας, είναι ο άξονας γύρω από τον οποίο στήνεται όλη ιστορία, χωρίς όμως να είναι και στην πραγματικότητα ο κεντρικός χαρακτήρας, αυτός θα περιοριστεί σ’ έναν δεύτερο ρόλο αυτό του επιμελητή του βιβλίου Μάριου Αμπλάντης.
Βλέπε η πλοκή σε αυτό το βιβλίο ξεκινάει από το ίδιο το εξώφυλλο και συνεχίζεται απτόητη μέχρι και το γλωσσάρι, το οποίο μπορεί να βοηθήσει τον αναγνώστη να κατανοήσει την διάλεκτο της ριμάδας, όχι όμως και την βαθύτερη σημασία της. Για να κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να δώσει βάση στις σημειώσεις του επιμελητή.
Ο πραγματικός, ανωνύμως αλλά όχι άγνωστος, δημιουργός του βιβλίου επιχειρεί μια κατάκρυψη της ιστορίας του κάτω από αλλεπάλληλες κρυπτογραφικές στρώσεις διαφορετικών ειδών αφήγησης. Όπως άλλωστε επιχειρεί να κάνει και με τον δικό του ρόλο στην ιστορία γλιστρώντας σχεδόν αθόρυβα κάθε φορά και σ’ ένα από τα τρία προσωπεία του μύθου του. Το επιστημονικό πόνημα, ο έμμετρος δημώδης λόγος της ριμάδας και η εκ βαθέων προσωπική εκμυστήρευση, δεν είναι προσχηματικά, δεν εξυπηρετούν απλά την αφηγηματική ικανότητα του συγγραφέα, αλλά αποτελούν με την σειρά τους πεδία εμφάνισης της τριάδας, η οποία ως φαίνεται ακόμα τον κατατρώει.
Θα μπορούσαμε να πούμε απλά ότι η ριμάδα του Αγίου Ευαγγέλου μιλάει για την Δύναμη, την Σοφία και τον Έρωτα, σε όποια σειρά και εάν προτιμάται να τα βάλετε. Κάποιος άλλος θα μπορούσε να εστιάσει στην Νιότη, την Απομάγευση και την πικρή Νοσταλγία και τις Ενοχές που τόσο καλά ξέρουμε να εκλογικεύουμε. Εγώ όσο και να προσπαθώ δεν μπορώ παρά να σταθώ λίγο παραπάνω στο πεδίο της πολιτικής δράσης γιατί όπως εξομολογείται ο Μάριος Αμπλάντης: « Ο Άγιος Ευάγγελος αναφέρεται σε ένα συλλογικό πρόσωπο, στο πνεύμα μιας εποχής, και για τούτο ο καθένας μπορεί να αναγνωρίσει στοιχεία του εαυτού του πάνω του».
Αν κάποιος η κάποια κατέχει το αποκρυπτογραφικό εργαλείο του βιώματος στον γαλαξία του
«χώρου» που κινείται μεταξύ της μετά-εφηβικής αναζήτησης και της «πολιτικής του αρνητικού», θα αναγνωρίσει και τα δικά του στοιχεία σ’ αυτό το συλλογικό πρόσωπο του Αγίου Ευαγγέλου, επονομαζόμενου και καταληψία. Από τον αέρα της ελευθερίας και το χρόνο που διαστέλλεται μέσα στις υπόγειες ακαδημίες των παιδιών με τα μαύρα ρούχα, ως τα αδιέξοδα των φαντασιώσεων και την αποκάλυψη της αυτοαναφορικότητας και των αυτοκαταστροφικών παρορμήσεων.
Εν τέλη τα κλειδιά για την αποκρυπτογράφηση της ριμάδας του Αγίου Ευαγγέλου μπορεί να τα ανακαλύψει όποιος αναζητήσει την στιγμή εκείνη ανάμεσα στην φυσιολογική ροή των πραγμάτων και την απρόσμενη συνάντηση με το χαώδες, χαμένος μέσα στον λευκό καπνό του αναστοχασμού παρά των δακρυγόνων, αν και καμία φορά ταυτίζονται.
Τέλος θα πρέπει να κάνουμε μια αναφορά στις αιρετικές μα αφανείς εκδόσεις ΟΥΑΠΙΤΙ που εκτός από την Ριμάδα έχουν εκδώσει ακόμα: «Minimum Utopia: δέκα θέσεις» του Geras Norman, «Για τον ατομικισμό και την εξέγερση» του Novatore Renzo, «Σπιναλόγκα» του Βατάλου Συμεών, «Πως να γίνεται ο καλήτερος dj στον κόσμο» της Μπομπονέα Αλίκη, «Σημειώσεις για την Εργατική Αυτονομία», «Πούτσα και ξύλο» του Artaud Ant;onin, «Σημειώσεις πάνω στο πόκερ» του Debor Guy
Κ. Σ.