ΠΡΟΒΟΛΗ: BLUE COLLAR

Στα πλαίσια των τελευταίων αναγνωσμάτων/συζητήσεων της Ομάδας Αυτομόρφωσης και συγκεκριμένα με αφορμή το βιβλίο “Καπιταλιστικός Ρεαλισμός – Υπάρχει άραγε εναλλακτική” (2009) του Mark Fisher την Τρίτη 14/11/2023 στις 20.30 θα προβάλουμε την ταινία Blue Collar (Paul Schrader, 1978). Σας περιμένουμε στο Πέρασμα.


Προβολή ταινίας: ΚΕΡΑΜΙΔΙ

Για την αυτοοργανωμένη – αντιεμπορευματική ταινία ΚΕΡΑΜΙΔΙ

Η ταινία ΚΕΡΑΜΙΔΙ γυρίστηκε τον Απρίλη του 2022, εντός και εκτός της κατάληψης Υφανέτ, ως μια προσπάθεια να ανιχνεύσουμε μέσα από μια ιστορία μυθοπλασίας τις δαιδαλώδεις διαδρομές μιας χαμένης μνήμης. Λίγους μήνες πριν, η συνέλευση της Υφανέτ προχώρησε στην έκδοση της μπροσούρας «Μικρές ιστορίες για την διάσωση της μνήμης», με θέματα την κρατική διαχείριση των μνημείων από τις απαρχές του ελληνικού κράτους, το κτήριο της Υφανέτ ως μνημείο βιομηχανικού πολιτισμού, την υπεράσπιση της κατάληψης ως κομμάτι της δικής μας αντιμνήμης, αλλά και στην αναδημοσίευση παλιών συνεντεύξεων από εργάτες της περιόδου λειτουργίας του εργοστασίου. Παράλληλα και για περίπου 11 μήνες, διεξάγονταν εντατικές εργασίες συντήρησης του κτηρίου, με στόχο τόσο την ασφάλεια και τη λειτουργικότητα των χώρων που χρησιμοποιούνται, όσο και την προστασία του εργοστασίου ως υλικό κατάλοιπο αυτής της μνήμης. Τέλος, το ίδιο περίπου διάστημα που οργανώθηκαν τα γυρίσματα της ταινίας, η Κοινότητα Κατάληψης Φάμπρικα Υφανέτ διοργανώσε ένα φεστιβάλ υπεράσπισης της κατάληψης κόντρα στο συνέδριο «τα κάστρα της βιομηχανίας» και στα σχέδια αξιοποίησης. Το φεστιβάλ κορυφώθηκε με την διεξαγωγή του πρώτου street parade μετά από αρκετά χρόνια, το οποίο και συνοδεύτηκε από την έκδοση «Ένα γέλιο θα τους θάψει». Στην έκδοση αυτή επιχειρήθηκε μια αναδρομή τόσο σε προηγούμενα street parade/ reclaim the streets από την Ελλάδα και το εξωτερικό, όσο και σε διάφορες στιγμές των κινημάτων ανά τα χρόνια, όπου η πολιτική και το παιχνίδι υπήρξαν πράγματα αδιαχώριστα. Με δυο λόγια θα λέγαμε ότι το 2022 ήταν μια χρονιά όπου το ζήτημα της μνήμης απασχόλησε έντονα τον κόσμο γύρω από την κατάληψη της Υφανέτ.

Σε αυτό το σημείο, θα μπορούσε κάποιος να αναρωτηθεί «μα καλά, τι κόλλημα έχετε φάει με τη μνήμη τέλος πάντων;» ή «πού ακριβώς σας χρησιμεύουν όλες αυτές οι ιστορικές αναδρομές;». Είναι συνηθισμένο άλλωστε το ζήτημα της μνήμης να συγχέεται συχνά, με τη ακατάσχετη παρελθοντολαγνεία και το διάχυτο αίσθημα νοσταλγίας που κατακλύζουν διάφορες πτυχές της καθημερινότητάς μας. Η μνήμη για την οποία μιλάμε εμείς όμως είναι κάτι πέρα από αυτό, είναι ο τρόπος με τον οποίο προκαλούμε το μέλλον. Με άλλα λόγια, δεν αφορά αποκλειστικά το παρελθόν και τα όσα έχουν ήδη συμβεί, αλλά αποτελεί μια δυναμική διαδικασία μετασχηματισμού, μέσα από την οποία γίνεται αντιληπτό το παρόν και τίθεται οι βάσεις για τον σχεδιασμό του μέλλοντος. Η μνημονική διαδικασία είναι μια διαδικασία όπου τα άτομα συγκροτούν ατομικές και συλλογικές ταυτότητες, προκειμένου να μπορέσουν να τοποθετήσουν τον εαυτό τους μέσα στον ρου της ιστορίας. Σε μια περίοδο λοιπόν, όπου τα κινήματα πασχίζουν να ανασυγκροτηθούν, το ζήτημα της μνήμης οφείλει να απασχολεί όλους όσοι δεσμεύονται στην υπόθεση της κοινωνικής απελευθέρωσης, όλες όσες επιθυμούν να στέκονται στη σωστή πλευρά της ιστορίας.

Γνωρίζουμε βέβαια ότι το ζήτημα της μνήμης δεν απασχολεί μόνο τα κινήματα, αλλά και τον ίδιο τον καπιταλισμό. Σε περιόδους κρίσης και αστάθειας, όπως αυτή η παρατεταμένη περίοδος που διανύουμε, δημιουργείται συχνά μια κοινωνική τάση που αναζητά σταθερότητα και θαλπωρή στην παράδοση, στο οικείο και στην νοσταλγία, κόντρα στις επιταγές της σύγχρονης καθημερινότητας για επιτάχυνση και συνεχή καινοτομία. Μέσα από αυτό το πρίσμα μπορούμε να αντιληφθούμε την αναθέρμανση του ενδιαφεροντος γύρω από τη λαογραφία, την αρχαιολογία και την εθνολογία, την έλξη των βίνταζ και έθνικ αντικειμένων και αισθητικής, το ενδιαφέρον για τα μουσεία και τα μνημεία και την τάση στο θέατρο και το σινεμά για ενασχόληση με την μνήμη και την ιστορία. Ο καπιταλισμός λοιπόν επιχειρεί να εμπορευματοποιήσει αυρή την κοινωνική τάση και να τη μετατρέψει σε άλλο ένα πεδίο κερδοφορίας. Θα προσπαθήσει να μετατρέψει την ιστορία σε καρτ ποστάλ, θα αντικειμενοποιήσει την μνήμη προκειμένου να την εκθέσει σε μουσεία, θα αποσιωπήσει ό,τι δεν χωράει στην επίσημη εθνική αφήγηση και θα δομήσει μια ολόκληρη βιομηχανία τουρισμού και πολιτισμού, προκειμένου να εκμεταλλευτεί το διάχυτο αίσθημα της νοσταλγίας. Αυτή η μνήμη όμως, δεν είναι ζωντανή, δεν είναι αυτή που υπερασπιζόμαστε. Είναι μια μνήμη απονεκρωμένη, που μοιάζει ζωντανή επειδή κινείται από το χρήμα.

Αυτός είναι και ο λόγος που επιλέξαμε να φτιάξουμε την ταινία με αυτοοργανωμένους και αντιεμπορευματικούς όρους: χωρίς χρηματοδότες και χορηγούς, χωρίς προσδοκίες για κέρδος, μέσα από σχέσεις ισοτιμίας και μοιράσματος της γνώσης. Το πρότζεκτ Κεραμίδι ξεκίνησε από την ομάδα Cine Yfanet, ανοίχτηκε στην κοινότητα της κατάληψης και τελικά εμπλουτίστηκε από την συμετοχή δεκάδων νέων και παλιών φίλων. Σε αυτό το σημείο αξίζει να επισημάνουμε ότι πολλές από μας δεν είμαστε απλά σινεφίλ ή ερασιτέχνες (με την κυριολεκτική έννοια του όρου), αλλά βρισκόμαστε ήδη μέσα στην πολιτιστική βιομηχανία. Και όπως βροντοφώναξε το πρόσφατο, δυναμικό «κίνημα των καλλιτεχνών» (Δεκέμβρης ’22 – Μάρτης ’23), οι άνθρωποι μέσα σε αυτή την βιομηχανία δεν είναι χομπίστες, αλλά κανονικοί εργαζόμενοι. Και όπως όλες οι εργασίες, έτσι και αυτή στο πεδίο των τεχνών, μας αλλοτριώνει. Έχουμε κουραστεί λοιπόν να πρέπει συνεχώς να προωθούμε τον εαυτό μας και τις κοινωνικές μας δεξιότητες για να βρούμε δουλειά, να πρέπει συνεχώς να κάνουμε κονέ και γνωριμίες για την προώθηση των παραστάσεων μας, να αναγκαζόμαστε να προσαρμοστούμε στις μόδες και τις τάσεις γύρω από το «καλλιτεχνικό γούστο» της κάθε εποχής, να βρισκόμαστε ανάμεσα σε κλίκες και ισχυρούς εγωισμούς, να παρακαλάμε και να μας περιφρονούν. Στο χώρο του σινεμά, έχουμε δει τη σαπίλα αυτή να ξεκινάει από τον εθελοντισμό της σχολής κινηματογράφου στο τοπικό φεστιβάλ, να περνάει μέσα από την εμπειρία του «Χόλιγουντ στη Θεσσαλονίκη» και να καταλήγει σε διαφημιστικά για τράπεζες και γιαούρτια, έτσι ώστε να γνωρίζουμε πολύ καλά πλέον, πώς είναι να έχεις χάσει κάθε ενδιαφέρον για αυτό που δημιουργείς.

Αν λοιπόν η μία πτυχή της δράσης μας είναι να σταθούμε μαζί με όσους και όσες διεκδικούν καλύτερες συνθήκες εργασίας και περισσότερες δημιουργικές ελευθερίες μέσα σε αυτήν τη βιομηχανία, η άλλη πτυχή της, είναι να δημιουργούμε πέρα και ενάντια σε αυτήν την βιομηχανία, χωρίς τον εκβιασμό της λογικής του κέρδους. Αυτό δεν είναι κάτι εύκολο. Η κινηματογραφική βιομηχανία έχει συστηματοποιήσει τη γνώση γύρω από το πώς φτιάχνεται μια ταινία και την έχει κατανείμει σε ρόλους με αυστηρή ιεραρχία. Από την πλευρά μας χρησιμοποιήσαμε κάποιες από αυτές τις συμβάσεις μιας κινηματογραφικής παραγωγής που μας φάνηκαν χρήσιμες και προσπαθήσαμε να αμφισβητήσουμε κάποιες που θεωρήσαμε περιττές. Σίγουρα δεν γυρίσαμε τον κόσμο ανάποδα: είναι δύσκολο να φτιάξεις μια ταινία χωρίς αλλεπάλληλα deadline και την έγνοια του να ρίξεις το κόστος και είναι ακόμα πιο δύσκολο να σκηνοθετήσουν τέσσερα άτομα μια σκηνή ή να μοντάρουμε σε τρεις διαφορετικούς υπολογιστές. Παρ’ όλα αυτά, κάναμε ό,τι καλύτερο μπορούσαμε, στην προσπάθεια μας να ανιχνεύσουμε τις δυνατότητες για ένα πιο συλλογικό σινεμά.

Μνήμη, ιστορία, κινήματα, καπιταλισμός, βιομηχανία του θεάματος, εργασία, αυτοοργάνωση. Διαβάζοντας κανείς αυτό το κείμενο μπορεί να σχηματίσει την εντύπωση ότι αυτό που θέλαμε να κάνουμε εν τέλει ήταν μια στρατευμένη ταινία. Κι όμως, ήμασταν αρκετά μακριά από τον όρο αυτό, τουλάχιστον έτσι όπως είθισται να γίνεται αντιληπτός σήμερα (ξύλινος λόγος, προπαγάνδα, διδακτισμός). Αναμφίβολα, ξέραμε πως κάναμε μια ταινία πολιτική. Γιατί όσοι λένε ότι οι ταινίες τους δεν έχουν μέσα πολιτική, λένε απλά ψέματα στον εαυτό τους. Κυρίως όμως αυτό που θέλαμε ήταν να βρούμε μια γλώσσα για όλα αυτά που δεν χωράνε. Γιατί καλώς ή κακώς, δεν μπορούν να χωρέσουν όλα τα άγχη μας σε μια προκήρυξη. Γιατί υπάρχουν συναισθήματα που δεν αποτυπώνονται σε μια αφίσα. Γιατί υπάρχουν φόβοι που δεν μπορούν να ξεδιπλωθούν σε μια συνέλευση. Κάποια πράγματα απλώς πρέπει να γίνουν ταινίες, τραγούδια, θέατρο κ.ο.κ.. Με άλλα λόγια, αν μας ενδιαφέρει η ανάπτυξη ενός «πολύμορφου» κινήματος, θα πρέπει να μεριμνήσουμε για την απελευθέρωση όλων αυτών των μορφών επικοινωνίας και του εκφραστικού πλούτου, που μοιάζουν παραδομένα στον καπιταλισμό.

Η ταινία ΚΕΡΑΜΙΔΙ είναι μια μικρή συμβολή προς αυτήν τη κατεύθυνση.

Κινηματογραφικό συνεργείο Κοινότητας Κατάληψης Φάμπρικα Υφανέτ-Άνοιξη 2023

Κυριακή 8 Οκτωβρίου

στις 20.00

στο

Αυτοδιαχειριζόμενο Στέκι Πέρασμα

Ζ .  Πηγής  95-97 & Ισαύρων

ΚΑΛΕΙΔΟΣΚΟΠΙΟ

εργαστήρι για τους δραπέτες του πραγματικού

 


Εκδήλωση – Συζήτηση: Απαρχές του κράτους πρόνοιας: η περίπτωση του σουηδικού μοντέλου

«Σουηδία γίναμε!». Με αυτή την επωδό εκφράζεται συχνά ο θαυμασμός και η προσπάθεια αναμέτρησης με ένα πρότυπο θεσμικής οργάνωσης και κοινωνικής ζωής που παραμένει, για την Ελλάδα, διαρκώς άπιαστο: τη Σουηδία. Ταυτόχρονα, αυτή η συνθήκη φαίνεται να έχει μετατραπεί και σε κάποιου είδους εξαγώγιμο θεσμικό προϊόν, που φέρει το λογότυπο «σουηδικό μοντέλο», ή «σουηδικός τρόπος ζωής» και σε μια μόνιμη πολιτισμική προσταγή «να γίνουμε η Σουηδία του Νότου».

Η αναφορά αυτή κάθε άλλο παρά περιορίζεται σε κάποιο ιδιαίτερο μέρος του πολιτικού φάσματος. Όλοι και όλες έχουν ένα καλό λόγο να πουν για τη Σουηδία, μια αφορμή να ταυτιστούν μαζί της. Από τους φιλελεύθερους, στους αριστερούς, στους σοσιαλδημοκράτες και από τους κεντρώους μέχρι τους φεμινιστές και τους ριζοσπάστες, η σαγήνη για καθετί σουηδικό μοιάζει να μην γνωρίζει πολιτικά σύνορα.

Στην καρδιά αυτής της πολλαπλής κατάφασης βρίσκεται το μέγιστο επίτευγμα: το σουηδικό κράτος πρόνοιας. Αυτό δίνει την δυνατότητα στο σουηδικό κράτος να ασκεί κοινωνικές πολιτικές-αντικείμενο πόθου και ζήλειας για πολλούς, να μειώνει τις ανισότητες, να διατηρεί την εργασιακή ασφάλεια ταυτόχρονα με την υψηλή ανάπτυξη, να παρέχει γενναιόδωρα κρατικές υπηρεσίες σε όλους, να διασφαλίζει την κοινωνική τάξη εγγυώμενο την ατομική ελευθερία.

Για να κατανοήσουμε, λοιπόν, την έλξη για τον «σουηδικό τρόπο», πρέπει πρώτα να κατανοήσουμε τους τρόπους ύπαρξης του σουηδικού κράτους πρόνοιας. Αλλά για να κατανοήσουμε το σουηδικό κράτος πρόνοιας πρέπει να εστιάσουμε στην πολύπλοκη ιστορική του διαδρομή. Αυτό ακριβώς επιχειρεί η παρούσα εισήγηση, ακολουθώντας τα διάσπαρτα ιστορικά του νήματα, από τις αρχές του 20ου αιώνα έως τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες.

Και μέσα από αυτή την ιστορία αναδεικνύονται πολλές άλλες ιστορίες για τη ζωή και τα έργα του ζηλευτού σουηδικού επιτεύγματος, που συνήθως μένουν ανείπωτες, καθώς τα λαμπερά επιτεύγματα τις επισκιάζουν. Κάποιες από τις σκοτεινές πλευρές της Ιστορίας του σουηδικού κράτους πρόνοιας έρχονται, μέσα από την εισήγηση, στο φως, μαζί με τις αρνητικές επιπτώσεις των ίδιων των θετικών παρεμβάσεων της.

Η παράδοξη συνύπαρξη των θετικών πλευρών μαζί με τις αρνητικές, των σκοτεινών όψεων μαζί με τις προοδευτικές, επιλύεται, συνήθως, αφενός μέσω της έμφασης στη συγκρουσιακότητα της κοινωνικής ζωής και αφετέρου μέσω της αποδοχής της αντιφατικότητας όλων των πραγμάτων, πόσο μάλλον των σουηδικών προνοιακών πολιτικών.

Ωστόσο, η παραδοξότητα αυτή, ίσως μπορεί να ερμηνευθεί με ένα διαφορετικό τρόπο, πέρα από την απλή αποδοχή των αναπόφευκτων συγκρούσεων και αντιφάσεων της ζωής. Μια τέτοια προσέγγιση θα επιχειρήσει και η εισήγηση, καθώς θα διερευνήσει τους βαθμούς του ενιαίου και αδιαίρετου χαρακτήρα των πολιτικών του σουηδικού κράτους πρόνοιας.

Παρασκευή 8/9/23

20:30

Αυτοδιαχειριζόμενο Στέκι Πέρασμα

Ζωοδόχου Πηγής & Ισαύρων

Ομάδα Αυτομόρφωσης * Αυτοδιαχειριζόμενη Δανειστική Βιβλιοθήκη

 


Η ομάδα αυτομόρφωσης ξεκινά να διαβάζει Mark Fisher

Έχοντας ολοκληρώσει την ανάγνωση σημαντικών στοχαστών της σχολής της Φρανκφούρτης (Μαρκούζε, Μπενγιαμιν, Αντόρνο) και δίνοντας έμφαση στην κριτικής της στην πολιτισμική βιομηχανία, η ομάδα αυτομόρφωσης στο αυτοδιαχειριζόμενο στέκι Πέρασμα συνεχίζει το ταξίδι της με μια στάση στην πολιτισμική κριτική του Mark Fisher.

Συγκεκριμένα, θα εστιάσουμε στον ιδιαίτερο στοχασμό του πάνω σε όψεις της σύγχρονης κουλτούρας, όπως αυτός αποτυπώνεται στο πρόσφατα εκδοθέν στα ελληνικά έργο του Το Αλλόκοτο και το Απόκοσμο.

Ξεκινάμε την ερχόμενη Τρίτη 27/6.

Η ομάδα είναι ανοιχτή σε όσες και όσους ενδιαφέρονται και οι συναντήσεις μας γίνονται κάθε Τρίτη στις 20.30 στο Αυτοδιαχειριζόμενο Στέκι Πέρασμα (Ζ. Πηγής και Ισαύρων – Εξάρχεια).

Για επιπλέον επικοινωνία adva@espiv.net.

 


Εκδήλωση – Συζήτηση Τοπικά κινήματα για την υπεράσπιση του νερού

Εκδήλωση – Συζήτηση
Τοπικά κινήματα για την υπεράσπιση του νερού
μετέχουν από :
Λαϊκή Συνέλευση Σταγιατών
Θάσος ΝΕΡΟ SOS
Διαδικτυακή παρεμβάση από:
Επιτροπή Αγώνα Μεγάλης Παναγιάς (Χαλκιδική)

Σάββατο 27 Μάη

στις

19:00

στο

Αυτοδιαχειριζόμενο Στέκι Πέρασμα

(Ζωοδόχου Πηγής 95 – 97 & Ισαύρων, Εξάρχεια).

Ελευθεριακή Πορεία

 

 


ΟΙ ΜΟΥΣΙΚΕΣ ΕΝΩΝΟΥΝ

Τo Chepkalo Projects ανιχνεύει μονοπάτια του παρελθόντος, μελωδίες από χάλκινες ορχήστρες και προσπαθεί να διατηρήσει ζωντανά τα «σιωπηλά» τραγούδια και ψίθυρους μιας απαγορευμένης γλώσσας κυρίως από την περιοχή της βορειοδυτικής Μακεδονίας αλλά και των τριγύρω περιοχών, εντός και εκτός συνόρων. Το μουσικό σχήμα σχηματίστηκε το 2019 στην Αθήνα και ξεκίνησε τις εμφανίσεις του από τον Απρίλιο του ιδίου έτους σε διάφορους χώρους της Αθήνας κυρίως, σε φεστιβάλ αλλά και το εξωτερικό. Πριν τις μουσικές θα γίνει εισαγωγή – συζήτηση με βιωματικές αναφορές των συμμετεχόντων.

Συντελεστές:

Χρυσούλα Παπαδοπούλου, φωνή, κιθάρα

Κατερίνα Τζιβίλογλου, φωνή

Peter Jaques, πνευστά

Απαραίτητα στοιχεία για την εκδήλωση: ελεύθερη σκέψη, όρεξη για κουβέντα και τραγούδι

Σάββατο 6 Μάη

στις

8,00 μ.μ.

στο

Αυτοδιαχειριζόμενο Στέκι Πέρασμα

(Ζωοδόχου Πηγής 95 – 97 & Ισαύρων, Εξάρχεια).

Διοργάνωση: – Ελευθεριακή Πορεία – Καλειδοσκόπιο

στο χώρο θα υπάρχει κουτί εισφορών για τα έξοδα της εκδήλωσης


Η άθληση και ο πρωταθλητισμός στα μαχητικά αθλήματα και τις πολεμικές τέχνες. Ανοιχτή συζήτηση & μπαρ

 

Τι πάει να πει να είσαι πρωταθλήτρια; Σε μια κοινωνία διαρκούς
ανταγωνισμού ποιες μπορεί να είναι οι επιπτώσεις;

Στο μικρόκοσμο των μαχητικών αθλημάτων, όπου τα αθλούμενα μαθαίνουν ότι
πρέπει να είναι “σκληρά”, η νίκη και η κυριαρχία επί του αντιπάλου είναι
το μόνο που μετράει. Οι σχέσεις που καλλιεργούνται τόσο μεταξύ των
συναθλητριών όσο και μεταξύ μαθητών και προπονητών διέπονται από αυτές
τις αξίες με επιπτώσεις ψυχολογικές και σωματικές.

Υπάρχει κάποιο safe space; Μπορεί ένα αθλούμενο άτομο να πει όχι, όταν
κυριαρχεί η κουλτούρα μη φροντιστικότητας; Θέλουμε χώρους ασφαλείς και
ελεύθερους και όχι εργοστάσια παραγωγής πρωταθλητών.

Τι μπορούμε να κάνουμε εμείς ως αθλούμενα και προπονήτριες; Πώς μπορεί
κάθε ασκούμενος να αισθάνεται ασφαλής μέσα σε ένα περιβάλλον ισότητας
και προστασίας; Πώς μπορεί κάθε αθλήτρια να μάχεται, με φροντίδα στις
ιδιαίτερες ανάγκες του σώματος της και στα διαφορετικά επίπεδα επιθυμίας
ενασχόλησης με το άθλημα;

Ενάντια στην επιβαλλόμενη εξουσιαστική νόρμα, που οδηγεί ακόμη και σε μη
αναστρέψιμες καταστάσεις, μαχόμαστε για συμπεριληπτικούς και ισότιμους
χώρους όπου εργαζόμαστε και προπονούμαστε ελεύθερα.

Μετά τη συζήτηση θα ακολουθήσει μπαρ.

Σάββατο 1 Απριλίου

στις 19.30

στο

Αυτοδιαχειριζόμενο Στέκι Πέρασμα

Ζ .  Πηγής  95-97 & Ισαύρων

ΜΩΒ ΓΑΝΤΙΑ

Ισότητα & Συμπερίληψη στα Μαχητικά
Αθλήματα


Μουσικές και λέξεις: δυο ταινίες για την κουλτούρα των Ρομά

<<Ποτέ δεν είχα σκεφτεί να ρωτήσω από πού ήρθαμε ούτε που θα πάμε. Δεν προλαβαίνουμε να ρωτήσουμε έτσι όπως φεύγουμε. Σαν να ψάχνεις αρχή και τέλος σε ένα δαχτυλίδι, η δουλειά σε ξαναφέρνει την ίδια εποχή στο ίδιο μέρος. Κανένας δεν λέει τώρα αρχίζουμε, γιατί ποτέ δεν είχαμε σταθεί.>>
(Μ. Καραμαγγιώλης, Ρομ, 1989)

Παρασκευή 31 Μαρτίου η στις 8.00μ.μ: Latcho Drom (Tony Gatlif, 1993)

Το Latcho Drom (Καλό Ταξίδι) είναι η δεύτερη ταινία της τριλογίας του Tony Gatlif με θέμα την κουλτούρα των Ρομά. Πρόκειται για ένα έργο που δύσκολα κατατάσσεται σε συγκεκριμένη κατηγορία. Με μιαν ασυνήθιστη όσο και πρωτότυπη προσέγγιση ο σκηνοθέτης επιλέγει κυρίως τη μουσική για ν’ αφουγκραστεί την κουλτούρα και την ιστορία των Ρομά. Όπως κάθε επιτυχημένο έργο τέχνης, κατορθώνει πολύ περισσότερα, αφού επικεντρώνοντας στο συγκεκριμένο αγγίζει το οικουμενικό: απ’ τη μια φέρνει στο προσκήνιο την ιδιαιτερότητα ενός λαού κι απ’ την άλλη βάζει τον θεατή να στοχαστεί το βίωμα τού να είσαι άνθρωπος ακριβώς μέσα από αυτήν την ιδιαίτερη κουλτούρα.

Παρασκευή 7 Απριλίου στις 8.00μ.μ.: Papusza (Joanna Kos-Krauze και Krzysztof Krauze, 2013)

Ασπρόμαυρη περιπλάνηση σε μια ζωή που κινήθηκε σε ένα μετέωρο. Η ποιήτρια Bronisława Wajs, πιο γνωστή ως Papusza στην κοινότητα των Πολωνών Ρομά, εξεγέρθηκε απέναντι στις πολυεπίπεδες απαγορεύσεις της κοινότητάς της, δεν εμπιστεύτηκε όμως ποτέ τον κόσμο των gadjos.

Η κινηματογραφική γλώσσα μιλά υποβλητικά για την υπαρξιακή σιωπή ανάμεσα σε φωνές, υπονοεί χρώματα σε έναν καμβά φτιαγμένο έτσι, που να μην μπορεί τα αντέξει, υποδεικνύει τα όρια της δημιουργικότητας όταν αυτή δεν χωράει στους τόπους που τη γεννάνε. Αποφεύγει την εξιδανίκευση που καθιστά μυθικές μορφές τους ανήσυχους ανθρώπους. Μολονότι δεν φλυαρεί για τις εσωτερικές συγκρούσεις, καταφέρνει να αποδώσει τη σύνθλιψη μιας γυναίκας που δεν στάθηκε ποτέ δυνατό να ζήσει ούτε τη ζωή που της δόθηκε ούτε κι εκείνη που αποπειράθηκε να χτίσει. Εν τέλει μας την παραδίδει γενναία στην αποδοχή της ήττας της, αξιοπρεπή στον σπαραγμό της – ως ένα οικείο μας πρόσωπο σε μιαν αξιοσημείωτα ασυνήθιστη διαδρομή.

Η ταινία μένει με τρόπο σεμνό μακριά από τις απλουστεύεις κι αφήνει ορθάνοιχτο το ζήτημα των πολλαπλών καταπιέσεων οι οποίες δεν αίρονται από μυθικές ηρωικές προσωπικότητες, αλλά συντρίβουν πρόσωπα που ταξίδεψαν μόνα τους στις εσχατιές της δύναμης και των επιθυμιών τους.

Παρασκευή 31 Μαρτίου & Παρασκευή 7 Απριλίου

στις 20.00

στο

Αυτοδιαχειριζόμενο Στέκι Πέρασμα

Ζ .  Πηγής  95-97 & Ισαύρων

ΚΑΛΕΙΔΟΣΚΟΠΙΟ

εργαστήρι για τους δραπέτες του πραγματικού


“Αυτή δεν είναι μία μπροσούρα για το προσφυγικό”

Η μπροσούρα «ΜΚΟ στο Προσφυγικό Από την Έρημο της Εκμετάλλευσης στην Απόπειρα να Φτάσουμε στην Όαση των Συλλογικών Αντιστάσεων» γράφτηκε από εργαζόμενα στο αντικείμενο του «προσφυγικού»και απευθύνεται σε εργαζόμενα πέραν αυτού. Το περιεχόμενό της αποτυπώνει εμπειρίες και προκύπτει από τις άπειρες εργατοώρες μας ως εργαζόμενα στο συγκεκριμένο χώρο αλλά δεν αφορά το προσφυγικό. Είναι γραμμένη από τη σκοπιά μας ως εργαζομένων και αφορά την εργασία μας σε ΜΚΟ που ανέλαβαν εργολαβικά τα τελευταία χρόνια την παροχή υπηρεσιών πρόνοιας σε εκτοπισμένα άτομα.

Από το 2015 και μέχρι και το 2021, η μεταναστευτική κίνηση των εκτοπισμένων εξαιτίας των πολέμων και της επέλασης της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης στην Αφρική και την Ασία προς την Ευρώπη, προκάλεσε την άμεση αντίδραση των ευρωπαϊκών κρατών. Η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη της που θέλησαν να διαχειριστούν και να ρυθμίσουν τις μεταναστευτικές ροές, «έντυσαν» τις πολιτικές τους με το πέπλο ενός ανθρωπισμού και το μανδύα μιας πρόνοιας που επιχειρούσε να καλύψει τα πτώματα των προσφυγισσών που συσσωρεύονταν στα τείχη των ευρωπαϊκών συνόρων και που επέπλεαν στα ζεστά φιλόξενα (sic!) νερά της Μεσογείου. Φορέας αυτού του «ανθρωπισμού» και εν μέρει διεκπεραιωτής στην ουσία της εφαρμογής αυτών των αντιμεταναστευτικών πολιτικών έγιναν οι λεγόμενες ΜΚΟ του προσφυγικού, οι οποίες το ίδιο διάστημα γεννήθηκαν και αναπτύχθηκαν σε χρόνο ρεκόρ. Δηλαδή πολλές από αυτές δημιουργήθηκαν σχεδόν από το μηδέν, μεγάλωσαν, διευρύνθηκαν, επεκτάθηκαν, απέκτησαν χώρο, γραφεία, δύναμη, έλαβαν παχυλές χρηματοδοτήσεις, προσέλαβαν χιλιάδες εργαζόμενα, έγιναν κανονικά «μαγαζιά» και κάποιες από αυτές μάλιστα μεταμορφώθηκαν σε μεγαλοαφεντικά με τα όλα τους, ήτοι managers, coordinators, fundraisers, τμήματα HR και άλλα πολλά εντυπωσιακά.

Όπως φανερώνει και ο τίτλος της, αυτή δεν είναι λοιπόν μία μπροσούρα για το προσφυγικό: είναι μία μπροσούρα που εστιάζει ακριβώς στην εργασία σε αυτά τα μικρά ή μεγάλα μαγαζιά που πουλάνε με το αζημίωτο «ανθρωπισμό». Περιγράφει και αναλύει την προσπάθεια ανάδειξης των εργασιακών συνθηκών εκμετάλλευσης, εντατικοποίησης, επισφάλειας, εκφοβισμού, εργοδοτικής ασυδοσίας και αυθαιρεσίας που συμβαίνουν στο χώρο των ΜΚΟ, καθώς και τη δική μας προσπάθεια αυτοοργάνωσης σε ένα σωματείο βάσης και συγκρότησης αντιστάσεων και εργατικών διεκδικήσεων.

Εργαστήκαμε και εργαζόμαστε σε ένα χώρο δουλειάς όπου η απόκρυψη της σχέσης εξαρτημένης εργασίας με την εργοδότρια οργάνωση, οι ολιγόμηνες διαδοχικές συμβάσεις ορισμένου χρόνου, η καθυστέρηση καταβολής μισθού ή/και μη καταβολή δώρων και επιδομάτων, οι απλήρωτες υπερωρίες, οι εκδικητικές απολύσεις και η ποινικοποίηση της συνδικαλιστικής δράσης, οι απολύσεις εγκύων και νέων μητέρων, επιβάλλονται ως αυτονόητες πρακτικές, ως η τάξη των πραγμάτων. Όταν αναφερόμαστε στην «εργοδοτική αυθαιρεσία», λοιπόν, αναφερόμαστε επί της ουσίας στον τρόπο που επιλέγουν οι εργοδότριες ΜΚΟ να διαχειρίζονται τα εργαζόμενα ώστε να παραχθεί το πολυπόθητο προϊόν, αυτό της «παρεχόμενης υπηρεσίας». Το προϊόν,δηλαδή, το οποίο καπηλεύονται και από το οποίο αντλούν την ηθική και πολιτική τους υπεραξία στη δημόσια σφαίρα.Επιπλέον, η εμπειρία που καταγράφεται στην μπροσούρα αυτή δεν έχει σε τίποτα να κάνει με το ψευδεπίγραφο δίπολο «καλές και κακές ΜΚΟ». Περισσότερο έρχεται να συνεισφέρει στην εμπειρία των αυτοοργανωμένων εργατικών αγώνων, της συλλογικοποίησης των διεκδικήσεων και να μιλήσει για την εργασία στις ΜΚΟ με έναν τρόπο που ξεπερνά το αντικείμενο της εργασίας – στην προκειμένη τη διαχείριση των προσφυγικών/μεταναστευτικών ροών.

Γιατί, αν και η επικαιρότητα των τελευταίων 8 χρόνων έκανε τις ΜΚΟ να ταυτιστούν στο συλλογικό ασυνείδητο με το προσφυγικό ζήτημα, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι συγκεκριμένες οργανώσεις δραστηριοποιούνται γύρω από αρκετά αντικείμενα. Αυτό που συνέβη την περίοδο για την οποία γράφουμε είναι πως γιγαντώθηκε το πεδίο της πρόνοιας για εκτοπισμένους πληθυσμούς και μαζί με αυτή την εξέλιξη γιγαντώθηκε και το εργατικό δυναμικό που απασχολούνταν σε αυτό. Και κάπου εδώ αναρωτιόμαστε: μήπως είμαστε στο ίδιο έργο θεατές; Από πότε είναι αυτή η εφημερίδα που διαβάζουμε; Μήπως τα «νέα» είναι μπαγιάτικα;

Τα παραπάνω ερωτήματα είναι εύλογα. Αν ανατρέξουμε στην ιστορία των τελευταίων δεκαετιών των ΜΚΟ στο ελληνικό κράτος, μπορούμε να αντιληφθούμε ότι αυτές δραστηριοποιούνται επίσης στα αντικείμενα της ψυχικής υγείας, της προστασίας των ζώων και του περιβάλλοντος, της παροχής προνοιακών υπηρεσιών στις λεγόμενες «ευπαθείς ομάδες» κ.α.Η παρουσία τους μοιάζει να χαρακτηρίζεται από ένα σταθερό μοτίβο, από ένα συνεχές εργοδοτικών αυθαιρεσιών μέσα στις δεκαετίες: την περίοδο της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης, της μεγάλης «αποασυλοποίησης» και της ένταξης των ΜΚΟ στα προγράμματα «Ψυχαργώς», η αβεβαιότητα, η επισφάλεια, η αδιαφορία για τους/τις λήπτες/τριες των υπηρεσιών, το άνοιγμα και το κλείσιμο δομών υποστήριξης εν μία νυκτί, η πολύμηνη απληρωσιά βασισμένη στη ρητορική των εργοδοτριών για καθυστερήσεις στη χρηματοροή από τον εκάστοτε χρηματοδότη, ήταν κομμάτι τόσο της εργασιακής εμπειρίας όσο και της εμπειρίας των εργατικών διεκδικήσεων. Αντίστοιχα, το σύνθημα «είμαστε εργαζόμενες και όχι εθελόντριες» προκύπτει από τις διεκδικήσεις να αναγνωριστεί το πραγματικό καθεστώς της εργασίας μας, που όπως θυμόμαστε, ήταν – και εξακολουθεί σε μεγάλο βαθμό να είναι – αίτημα των εργαζομένων στις περιβαλλοντικές ΜΚΟ.

Μήπως όλα αυτά μας θυμίζουν κάτι; Ζούμε απλά τη μέρα της μαρμότας; Αναρωτιέστε κι εσείς μήπως υπάρχει ένα νήμα που συνδέει τις εργασιακές εμπειρίες των εργαζομένων στις πάλαι ποτέ ΜΚΟ της ψυχιατρικής αποασυλοποίησης, με τις εμπειρίες των εργαζομένων στις κραταιές σήμερα ΜΚΟ του προσφυγικού και τις αγέραστες περιβαλλοντικές ΜΚΟ; Μήπως η ανάθεση σε ιδιωτικές εταιρίες, όπως οι ΜΚΟ των προνοιακών/φροντιστικών/προστατευτικών λειτουργιών, που επιτελούνταν στο παρελθόν από το κράτος, διαμορφώνει ένα ιδανικό πεδίο εργασιακού πειραματισμού; Μήπως ο χώρος των ΜΚΟ είναι ένα ιδανικό θερμοκήπιο για να «καλλιεργούνται» από κράτος και κεφάλαιο πειραματικά νέες εργασιακές συνθήκες, συμπεριφορές και περιβάλλοντα πριν αυτές εφαρμοστούν στο σύνολο του χώρου της εργασίας;

Στο χώρο δουλειάς που λέγεται «ΜΚΟ» τα προβλήματα είναι κοινά και διατρέχουν την εργασιακή εμπειρία συναδέλφων σε διαφορετικά αντικείμενα και, δυστυχώς, διαχρονικά, όπως φανερώνει και η συλλογική μνήμη. Ως εργαζόμενα βάσης, αρνούμαστε τη μοναξιά, την εξατομίκευση και τη συμμόρφωση και προχωράμε η μία δίπλα στον άλλο στους εργασιακούς μας χώρους. Μόνο οι σχέσεις αλληλεγγύης και συναδελφικότητας μας βγάζουν από το αδύναμο ατομικό κλουβί και μας γεμίζουν δύναμη και ενότητα. Αν κάποια από εμάς θεωρούν μάταιους και αδιέξοδους τους αγώνες ενάντια στην ασυδοσία των απολύσεων και στην υποτίμηση των ζωών μας, αξίζει να αναρωτηθούμε: αλήθεια υπάρχει τίποτα πιο καταδικασμένο και αδιέξοδο από την στάση σιωπής και υποταγής; Όταν χάνει τη δουλειά του το συνάδελφο που δουλεύει δίπλα μας, ξέρουμε ότι είμαστε οι επόμενοι, και μετά κι άλλοι κι άλλοι. Η μόνη απάντηση τότε, αλλά και σε κάθε στιγμή της εργασιακής μας καθημερινότητας, είναι η συναδελφική αλληλεγγύη και η συλλογικοποίηση των εργασιακών μας εμπειριών. Όσο κι αν ακούγεται χιλιοειπωμένο, οι μόνοι αγώνες που χάνονται είναι αυτοί που δεν δίνονται. Με μικρό ή μεγαλύτερο βηματισμό, άλλοτε με νίκες κι άλλοτε πιο δύσκολα, προχωράμε με πείσμα και αποφασιστικότητα για να σπάσουμε τον φόβο και να υπερασπιστούμε την αξιοπρέπεια και τα εργασιακά μας δικαιώματα.

Το ΣΒΕΜΚΟ στηρίζει τους αγώνες των εργαζομένων στις ΜΚΟ με διαδικασίες βάσης οριζόντιες και ισότιμες, με αμοιβαιότητα και κόντρα στην ανάθεση. Οργανώνουμε τις αντιστάσεις μας συλλογικά στο σωματείο μας, υψώνουμε την αλληλεγγύη εμπόδιο στην εργοδοτική ασυδοσία και βαρβαρότητα. Συνδιαμορφώνουμε τη συλλογική μνήμη, ποτίζοντας την με εμπειρίες αντίστασης.

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 24 ΜΑΡΤΙΟΥ 2023

στις 19:00.

στο Πέρασμα (Ζ. Πηγής & Ισαύρων)

ΕΚΔΗΛΩΣΗ – ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΜΠΡΟΣΟΥΡΑΣ: «ΜΚΟ στο Προσφυγικό. Από την Έρημο της Εκμετάλλευσης στην Απόπειρα να Φτάσουμε στην Όαση των Συλλογικών Αντιστάσεων». Από το Σωματείο Βάσης Εργαζομένων στις ΜΚΟ (ΣΒΕΜΚΟ)

Θα ακολουθήσει μπαρ οικονομικής ενίσχυσης

 


Προβολή ταινίας & bar

Θα ακολουθήσει συζήτηση
για την ταινία με μπυράκια και ποτάκια. Σας περιμένουμε να περάσουμε
καλά και να ανταλλάξουμε σκεπτικά για την ταινία (και όχι μόνο).

Κυριακή 19 Μαρτίου

στις 19.30

στο

Αυτοδιαχειριζόμενο Στέκι Πέρασμα

Ζ .  Πηγής  95-97 & Ισαύρων

Αναρχική Φεμινιστική Συλλογικότητα aqua-tofana